ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΒΙΑ
Η ΒΙΑ ΕΝΤΟΣ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΒΙΑ ΕΞΩΘΕΝ
Της Αφροδίτης Ναθαναήλ, Ψυχίατρος-Ψυχαναλύτρια, Διευθύντρια Τμ. Οικογενειακής Θεραπείας Ψ.Ν.Θ.
Βρισκόμαστε σήμερα εδώ να συν – ομιλήσουμε για ένα θέμα που κατακλύζει την Ελληνική κοινωνία αλλά ειναι οικουμενικό. Καθημερινά γινόμαστε θεατές σε περιστατικά βίας που είτε στρεφονται εναντίον των γυναικών, των μειονοτήτων, των παιδιών και γενικά των ευάλωτων ανθρώπων. Όμως η βία προσβάλει όλα τα συστήματα που περιβάλουν το άτομο.
Προσβάλει την οικογένεια, το σχολείο, την γειτονιά, την πόλη στην οποία συμβαίνει. Όλοι πληττονται γιατί με τον τρόπο τους «όλοι» γνωρίουν και συνήθως σιωπούν. Λέει η Hana Arendt «Ο τρόπος που βιώνουμε εκ των ενδο την ζωή μας, αυτό που αφηγούμαστε στον εαυτό μας, για τον εαυτό μας,με σκοπό την αιολόγηση αυτών που κάνουμε είναι κατά βάση ένα ψευδος. Η αλήθεια βρίσκεται έξω, σε αυτό που πράττουμε».
Ο Ζαν Ζακ Ρουσσω (1762, Κοινωνικό Συμβόλαιο) λέει, «τα πρωτόγονα πάθη που στόχο έχουν την ευτυχία και την απόλαυση μας κάνουν να ασχολούμεθα μόνο με αντικείμενα που σχετίζονται με αυτά όταν όμως απομακρύνονται από τα αντικείμενα που μας εμποδίζουν, ασχολούμαστε περισσότερο με το εμπόδιο παρά με το αντικείμενο που προσπαθούμε να φτάσουμε». Έτσι ένα ολοκληρωμένο συναίσθημα γίνεται ενα μερικό συναίσθημα που δεν νοιάζεται για την δική μας ευτυχία, αλλά για την δυστυχία των άλλων.
Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν στο βιβλίο του «Ρευστή Αγάπη», μιλάει για την μετα-νεωτερική εποχή μας όπου οι δεσμοί ανάμεσα στα ζευγάρια χαρακτηρίζονται είτε από χαλαρότητα, που σημαίνει οτι εύκολα μπορούν να αλλαξουν τα πράγματα όταν συγκρούονται οι επιθυμίες τους είτε από την άλλη, οι δεσμοί να καθίστανται ασφυκτικοί, να αλυσσοδένουν την σχέση και να την καθιστούν αφόρητη και αποπνυκτική. Η αποτυχία μιας σχέσης είναι αποτυχία της επικοινωνίας. Από την μία αναζητάμε την αμοιβαία ευχαρίστηση (ουτοπία) από την άλλη θέλουμε να αλλάξουμε τους άλλους (άλλη ουτοπία). Και τα δύο είναι απόρροια του έρωτα. Απόλυτες απόψεις για το πως πρέπει να είναι τα πράγματα και πως οι άλλοι.
Η πρώτη συνέπεια της επιθυμίας είναι για θαλπωρή και γαλήνη και η δεύτερη απόρροια της κτητικότητας του έρωτα που είναι ανεξελεγκτη και αφηνιάζει από την κατοχή. Αλήθεια, πως να βγει κανείς από την ατομική του ζωή και να έρθει «εις σαρκαν μίαν» με τον άλλον; Είναι μία ουτοπία. Κάθε έρωτας έχει κ ανθρωποφαγική διάσταση. Ο χειρότερος φόβος είναι ο χωρισμός. Όλοι οι ερωτευμένοι θέλουν να καταπνίξουν, να απαλείψουν την ετερότητα που τους χωρίζει από το αγαπημένο πρόσωπο. Πώς, όμως, να γίνει κάποιος αναπόσπαστο κομμάτι του άλλου; Πως να δεχτεί το «όπου πηγαίνω, θα έρχεσαι, ότι κάνω θα κάνεις, ότι δέχομαι θα δέχεσαι, ότι με πειράζει θα σε πειράζει, αν δεν μπορείς να είσαι όλα αυτά θα βρω τρόπο να σε κρατήσω για πάντα μαζί μου, ακόμα και να σε σκοτώσω».
Η βία και ο βίος είναι λέξεις ομόριζες και ομόηχες. Προέρχονται από τις σανσκριτικές λέξεις jivah, που σημαίνει ζωντανός και από την λέξη jiva που σημαίνει βία. Δύσκολο να ειπωθεί ένας ορισμός, κατά τον Deleuze, η βία είναι μία υπερβολική χρήση της δύναμης, μια συνέπεια ή μια συγκυρία της χρήσης της, χωρίς όμως η βία να είναι ενα συστατικό της δύναμης. Έτσι η ένοια του υπερβολικού είναι αυτή που μας θέτει τις παραμέτρους στο φάσμα του κανονικού και στα όρια της κανονικότητας. Η ουσία της βίας, έγκειται στον βίαιο χαρακτήρα της επιβολής. Η ζωή είναι αν-ήθικη, αβέβαιη, ρευστή και απρόβλεπτη. Όπου υπάρχει βία, ο εσωτερικός λόγος και ο εξωτερικός διάλογος δεν μπορεί να υπάρχει. Η πράξη είναι αυτή που εξουσιάζει τον λόγο. Κανείς δεν ακούει κανέναν. Σε κάθε πρόταση διαλόγου η βία καταστέλλει τον λόγο, τον ταπεινώνει και έτσι τον ακυρώνει. Ο λόγος γίνεται φτωχός και αβέβαιος χωρίς καμία ισχύ.
Η θεμελιώδης έννοια του ορίου είναι σχεδόν ανύπαρκτη, ως αναφορά στον εαυτό το όριο μέσα μας αλλά και ως αναφορά το όριο απέναντι στους άλλους. Η κοινωνία χάνει την συνοχή της όταν χρόνια κρίσης την διατρέχουν και τότε πλημμυρίζει από την οδύνη του τραύματος που έχει δημιουργηθει. Η πρωτόγονη καταστροφικότητα κυριαρχει και χάνεται το ενδιαφέρον για τον άλλον.
Από που προέρχεται η βία; Από την κατάργηση του εσωτερικού νόμου, την έλλειψη ενοχής, τον φόβο κατάρρευσης, τον φόβο θανάτου στη σχέση. Γι’ αυτόν που δρα βίαια η αλήθεια είναι μία και μοναδική, η πολλαπλότητα των άλλων παύει να είναι πολιτισμός και η διαφορετικότητα παύει να είναι αποδεκτή. Υπάρχει μεγαλύτερη τρομοκρατία από το να πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε την μοναδική αλήθεια; Γινόμενοι απόλυτοι, δογματικοί και άκαμτοι τόσο πιο πολυ βίαιοι είμαστε. Η βία που τοποθετείται από την πλευρά της αληθειας, είναι πηγή φανατισμού, έτσι ο Νίτσε ανέδειξε ένα είδωλο που υπηρέτησε με φανατισμό την βία.Τον παντοδύναμο άνθρωπο, με τις ξεχωριστές, «άρειες αρετές».
Οι μορφές της βίας είναι πολλές. Η βία στις γυναίκες, η βία στις μειονότητες, η βία στα παιδιά, η θρησκευτική, η πολιτική και η οπαδική βία. Η συνεχής υποτίμηση του άλλου δείχνει έναν ναρκισσισμό όπου το αδύναμο «εγώ» επιτίθεται στον όμοιό του, στον άλλον αδύναμο δηλαδή. Το «εμείς» εξαφανίζεται και κυριαρχεί το ανελέητο «εγώ». Ο πυρήνας της βίας έχει σαδομαζοχιστικά στοιχεία. Ο δράστης καταστρέφει την ζωή του (μαζοχισμός) αλλά με την πραξη του ασκεί έλεγχο και εξουσία στην ζωή του άλλου (σαδισμός). Συχνά καταστρέφουν τον άλλον αναζητώντας όχι τόσο την τιμωρία όσο μια ιστορία. Προσπαθούν να κάνουν απτή την διεργασία πένθους και να αποκτήσει αιτία η απώλεια του αντικειμένου. Αναζητούν το βλέμμα του άλλου, που θα δώσει νόημα στα βιωματά τους. Δεν το καταφέρνουν και τότε πράττουν. Έτσι με την συνεχή υποτίμηση του/των άλλου/ών δείχνει μία ναρκισσιστική ικανοποίηση. Ο μη νοηματοδοτούμενος ναρκισσισμός οδηγει σε παντοδυναμία, δηλαδή σε μία ψυχική αναπαράσταση χωρίς νοιάξιμο, χωρίς ικανοποίηση και χωρίς αγάπη.
Ο Φροϋντ χρησιμοποιεί την ένοια της βίας σε πολλά κείμενα. Η κεντρική ιδέα είναι το «πρώιμο εγώ» ή το «εγω-ευχαρίστηση», όπως το λέει, λειτουργεί μόνο κάτω από την αρχή της ευχαρίστησης και όχι κάτω από την αρχή της πραγματικότητας και αποβάλει αυτό που το ενοχλει προς τα έξω. Πριν όμως από την δημιουργία του «ψυχικού-εγώ» υπάρχει το «σωματικό-εγώ», αυτό είναι που πρώτα υποφέρει από τις ελλείψεις του περιβάλλοντος, πχ
την πείνα. Οι μηχανισμοί που χρησιμοποιεί το «πρώιμο-εγώ» είναι οι πρωτόγονοι μηχανισμοί άμυνας, η προβολή, η άρνηση, η σχάση, ο αποκλεισμός. Παρ’όλα αυτά κάτι σημαντικό κερδίζει το «εγώ». Διατηρείται η ακαιραιότητα του «εγώ» και δημιουργείται ο χώρος για την εξωτερική πραγματικότητα. Μια σχέση με την πραγματικότητα, που είναι παθολογική.
Σε όλες τις ανθρώπινες συμπεριφορές υπάρχει ένας συνδυασμός των ενορμήσεων της ζωής (χαρά, τρυφερότητα, επικοινωνίας, διατήρηση της σχέσης αγάπης, έρωτας) και των ενορμήσεων του θανάτου. Το άγχος κατάρρευσης σε ένα διωκτικό περιβάλλον, επέρχεται από την απειλή της ανασφάλειας και του τραυματικού (αδικία ή πόνος), που αναζωπυρόνονται κάθε φορά που το άτομο ένιωσε αυτά τα συναισθήματα κατά την διάρκεια της ζωής του. Πρώιμες, λοιπόν, αποτυχίες του περιβάλλοντος να εμπεριέχουν την βία των ενστίκτων (πχ πείνα) και να τις ικανοποιήσουν προκαλούν βίαιες εκφορτίσεις σημαντικής έντασης (φόβος) βρεφικής ηλικίας, όπου το άτομο κατακλύζεται από αυτές. Αυτό αφορά όλους μας και για να τα αντέξει το βρέφος χρειάζεται στοργή από το περιβάλλον.
Τα πρωτόγονα άγχη (εισβολής, καταστροφής και εκμηδένισης) και οι φαντασιώσεις που συνδέεονται με την επιθετικότητα και την ενόρμηση του θανάτου, οδηγούν σε κατάσταση πόλωσης και αποσύνδεσης με την ενορμηση της ζωής. Τότε το άτομο βρίσκεται εγκλωβισμένο σε διωκτικά άγχη (σχιζοπαρανοειδής θέση Klein). Αυτό συμβαίνει παρα πολύ νωρίς στους τέσσερις πρώτους μήνες της ζωής, γιατί το αδύναμο «εγώ» δεν μπορεί να αντέξει την ένταση των ενστίκτων. Ο πόνος έρχεται όταν αποτυγχάνει το περιβάλλον να ικανοποιήσει το βρέφος, οπότε αυτό βιώνει την ματαίωση. Τότε το «εγώ» διχοτομείται σε «καλό» και «κακό» και ενώ προβάλλει προς τα έξω το κακό, αυτό το απειλεί με κίνδυνο να το καταστρέψει και να το αφανίσει. Με τους κατάλληλους χειρισμούς και την διαθεσιμότητα του πρωτορχικού αντικειμένου (μητέρα), σιγα σιγα το εγω δυναμώνει και προστατεύει το μέσα και το εξώ, ενώνοντα και εξισορροπώντας το κοινό κομμάτι. Ο στόχος είναι να παραμείνουν ενωμένα τα καλά με τα κακα κομμάτια. Σε όλη την διάρκεια της ζωής όλοι οι άνθρωποι όταν βιώνουν μια απειλή, αναβιώνουν αυτούς τους φόβους και μπαινοβγαίνουν στην σχιζοειδή παρανοειδή θέση που απειλούν την συνοχή του ατόμου σε ολοκληρωμένο ψυχικό όργανο. Προκαλεί αφόρητη οδύνη η διχοτόμιση των δεσμών αλληλεγγύης. Χρειάζονται εφεδρίες για να μην καταρρεύσει το άτομο. Πότε καταρρεει; Όταν η ψυχική οργάνωση αποδιοργανώνεται όπως συμβαινει στην ψύχωση. Τότε η σωματοποιημένη βία είναι τόσο μεγάλη, τόσο απελπιστική που αρκετές φορές η μόνη λύση είναι βίαιη, ή να την στρέψει στον εαυτό ή στον άλλον. Στην καλύτερη περίπτωση να πάθει κατάθλιψη, στην χειρότερη να αυτοκτονήσει ή να σκοτώσει.
Είναι απαραίτητη η δημιουργια του μεταβατικού χώρου για να δημιουργηθεί το μεταβατικό αντικείμενο. Αυτό συμβαίνει με την δυνατότητα κρατήματος από την μητέρα (holding- Winnicott). Η αδυναμία δημιουργίας μεταβατικού αντικειμένου είναι αδυναμία για ονειροπώληση, για παιχνίδι στην φαντασία, για αυθεντικότητα. Η γλώσσα είναι αυτή που θα ενώσει την μητέρα με το παίδι και θα δημιουργήσει ένα νέο είδος αντικειμένου, πιο ολοκληρωμένο, γεμάτο ικανό για αγάπη για τον εαυτό και τον άλλον. Η μητέρα είναι αυτή που δίνει νόημα στο βρέφος. Η απώλεια του μεταβατικού αντικειμένου είναι αβάσταχτη
όταν χαθεί η εσωτερική αναπαράσταση. Τότε τα μεταβατικά αντικείμενα χάνουν το νόημά τους.
Ένα παιδί γίνεται πολλές φορές επιθετικό κατά την διάρκεια της αναπτυξής του. Χρειάζεται τότε το αντικείμενο την μητέρα να δώσει νόημα και να μπορεί να συμβολοποιήσει τις επιθέσεις του. Με την φωνή, το χάδι, το τραγούδι της συνδέει το σωαμτικό με το ψυχικό. Όταν όμως έχουμε μια τραυματισμένη μητέρα, η οποία φοβάται να εμπεριέξει την επιθετικότητα του παιδιού της και βλέπει το παιδί σαν εγκληματία, το κάνει να φοβάται να πιστέψει σε αυτά που αισθάνεται, να πιστέψει στην πραγματικότητα. Αντί να το κατανοήσει, το καταστέλει. Τότε ο θυμός κλιμακώνεται, μέχρι να φτάσει στο σημείο όπου το οργισμένο παιδί ξεσπάει και καταστρέφει. Μπορεί να περάσει κανείς ολόκληρη την ζωή του με αυτό το πρωτόγονο συναίσθημα, να μην πάρει την αγάπη που τόσο χρειάζεται μιας και δεν γνωρίζει πως να την ζητήσει.
Αντίστοιχα τα υποστηρικτικά συστήματα στην μετέπειτα ζωή είναι η οικογένεια και το σχολείο. Όταν αυτά δεν λειτουργούν ως υποστηρικτικά, έρχονται οι δομές ψυχικές υγείας να καλύψουν, όσο μπορούν, τα ελλείματα. Εκεί εμπεριέχονται οι διωκτικές και απειλητικές σχέσεις και βοηθούν να ωριμάσει και να επικρατήσει το καλό κομμάτι του ατόμου. Γιατί το ώριμο άτομο αποδέχεται την ματαίωση, δεν μπορεί να τα πράττει όλα και αυτός είναι ο ρόλος του οιδιποδείου. «Δεν μπορείς να τα έχεις όλα, υπάρχουν ηθικές αρχές και νόμοι που απαγορεύουν». Αυτό λέγεται πολιτισμός. Δεν μπορούμε να μην παίρνουμε υπόψη τις ανάγκες του άλλου. Οι κοινωνικοί θεσμοί είναι αυτοί που ρυθμίζουν την ακατέργαστη και βίαιη συμπεριφορά. Αλλά σήμερα και οι θεσμοί και οι νόμοι γίνονται παντοδύναμοι και απόλυτοι, πχ δείτε τι έγινε στο Ιράν. Μέχρι σήμερα παρόλους τους νόμους που ψηφίστηκαν, χώρες τις Αφρικής εξακολουθούν να εφαρμόζουν τον ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων σε ανυπεράσπιστα κορίτσαι. Υπάρχει μεγαλύτερη βία από την μη προσαρμογή στον πολιτισμό, στο όνομα ενός εθίμου; Αλλά και στην Ελλάδα, τα εγκλήματα τιμής ήταν πολύ συνηθισμένα τα προηγούμενα χρόνια ο νόμος του πατέρα, η τιμή του αδερφου, η δυστυχία της κόρης- πατριαρχία. Η απολυτότητα των θεσμών δεν μπορεί να είναι αδιαπραγμάτευτη στην εξέλιξη της ανθρωπότητας. Η εξουσία που ασκείται στο όνομα μιας υποταγής στους παντοδύναμους νόμους δημιουργεί νέες Αντιγόνες που θα θυσιάζουν την ζωής τους για τον σεβασμό της ζωής. Από την άλλη, ο Κώστας Ζερβός, μιλάει για ένα μοντέλο διαστροφής που λέει: «το ξέρω ότι η πραγματικότητα έχει περιόρισμούς, αλλά θα κάνω το δικό μου», το πιο απλό παράδειγμα «ξέρω τον Κ.Ο.Κ. αλλά εγώ έτσι οδηγώ, ακόμα και αν σκοτώσω», «ξέρω ότι είσαι διαφορετική ομάδα από εμενα, αλλά εγώ σε χτυπώ και σε σκοτώνω». Η διεστραμένη τάση να προβάλουμε τον εαυτό μας απέναντι στους άλλους με σκοπό όχι να κερδίσουμε κάτι αλλά να καταστρέψουμε ένα εμπόδιο που μας εμποδίζει. Ο φθόνος έχει να κάνει όχι ότι το υποκείμενο κατέχει αυτό που θεωρεί ώς πολύτιμο, αλλά ο τρόπος που ο άλλος είναι σε θέση να απολαμβάνει το αντικείμενο. Ο σκοπός είναι να καταστρεψει την ικανότητα του άλλου να απολαμβάνει το αντικείμενο, πχ. Όπου πηγαίνω θα έρχεσαι, ό,τι κάνω θα κάνεις, ό,τι δέχομαι θα δέχεσαι κτλ. Ξέρω ότι θέλεις να με αφήσεις γιατί δεν με αγαπάς ή δεν ταιριάζουμε αλλά εγώ θα σε χτυπήσω και θα σε σκοτώσω- μου ανήκεις και θα σε χρησιμοποιώ όπως θέλω. Δεν θα επιτρέψω να απολαύσεις την επιλογή σου να φύγεις. Η βία μαστίζει τις γυναίκες.
Η βία μέσα μας, η βία έξω από εμάς.
Αναρωτάται κάποιος γιατί οι άνθρωποί επιλέγουν να παραμένουν σε βίιαιες σχέσεις. Η απάντηση είναι γιατί αυτό τους είναι οικείο. Το είχαν βιώσει και στην οικογένειά τους. Μη παίρνοντας σταθερή αγάπη από την οικογένεια, που διαγεννεακά και οι ίδιοι οι γονείς δεν είχαν πάρει, μη έχοντας λοιπόν την εμπειρία της αγάπης, υπομένουν ελπίζοντας ότι κάποτε θα πάρουν την αγάπη που τόσο χρειάζονται.
Υπάρχουν επιλογές; Μόνον οι ειδικοί και οι δομές ψυχικής υγείας μας δίνουν ελπίδα ότι καταστροφικότητα δεν είναι η μοναδική αλήθεια. Συνδεόμενοι με δίκτυα ειδικών με διασύνδεση των δομών ψυχικής υγείας με την κοινότητα, τα σχολεία, την οικογένεια δημιουργούμε συμμάχουν για την αντιμετώπιση αυτής της οδύνης, της οδύνης της βίας. Η ψυχοθεραπευτική δουλειά επιτρέπει στο συναίσθημα της δυστυχίας να ξαναβρεί τον λόγο, να δημιουργηθεί ο εσωτερικός ακροατής σαν ένα ψιθύρισμα στην αρχή και σαν διάλογος στην πορεία.
Σε μια ανοιχτή πολυπολιτισμική κοινωνία τα θέματα που αφορούν το φύλο, το χρώμα, την θρησκεία, την σεξουαλική ταυτοτητα δεν είναι αυτά που μετράνε. Ο εστιασμός γίνεται στον χαρακτήρα και στην συμπεριφορά του ατόμου στην κοινωνία που ζει. Όταν το πετύχουμε, οι σχέσεις των ανθρώπων εξελίσσονται, διαφορετικά ένας νέος Μεσαίωνας μας περιμένει.